σέσηρα

σέσηρα
σέσηρα
Grammatical information: v.
Meaning: `to bare one's teeth, to grin' (IA.), also `to gape', of a wound (Hp.).
Other forms: Ptc. σεσηρώς, Dor. σεσᾱρώς, ep. f. σεσᾰρυῖα (Hes. Sc. 268) isolated perf. w. pres. meaning (Schwyzer-Debrunner 263 f. w. lit.)
Derivatives: Besides σάρμα n. `yawning chasm, abysm' (EM); prob. also σάραβος τὸ γυναικεῖον αἰδοῖον and σάρων. λάγνος. τινες δε τὸ γυναικεῖον H. On σῆραγξ s. v.
Origin: PG [a word of Pre-Greek origin]X [probably]
Etymology: Because of the form without doubt to be considered as inherited, but without agreement outside Greek. -- The variant (?) σάραβος, with its sec. vowl and β for μ seems to be Pre-Greek (not in Furnée).
Page in Frisk: 2,693-694

Greek-English etymological dictionary (Ελληνικά-Αγγλικά ετυμολογική λεξικό). . 2010.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • σέσηρα — σαίρω part the lips and show the closed teeth perf ind act 1st sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • σεσήρασι — σεσήρᾱσι , σαίρω part the lips and show the closed teeth perf ind act 3rd pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • σεσήρασιν — σεσήρᾱσιν , σαίρω part the lips and show the closed teeth perf ind act 3rd pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • σήραγγα — Υπόγειο τμήμα σιδηροδρομικής γραμμής, τροχιόδρομου ή δρόμου. Οι σήραγγες διασχίζουν υψώματα, προστατεύουν τις σιδηροδρομικές γραμμές ή τους δρόμους σε εδάφη που κατολισθαίνουν ή διοχετεύουν την κίνηση των οχημάτων κάτω από την επιφάνεια των… …   Dictionary of Greek

  • σαίρω — (I) Α (μόνο στον παρακμ. σέσηρα με σημ. ενεστ.) 1. τραβώ τα χείλη μου προς τα πίσω και δείχνω τα δόντια μου όπως ο σκύλος 2. γελώ δείχνοντας τα δόντια μου 3. διαστέλλω τα χείλη μου 4. (για πληγή ή έλκος) χάσκω («ἔλκος σεσηρὸς καὶ ἐκπεπλιγμένον»,… …   Dictionary of Greek

  • σεσηρότως — Α επίρρ. με διεσταλμένα τα χείλη, δηλαδή με πλατύ χαμόγελο. [ΕΤΥΜΟΛ. < μτχ. σεσηρώς, ότος τού σέσηρα, παρακμ. τού αμάρτυρου ενεστ. σαίρω (Ι) «γελώ δείχνοντας τα δόντια»] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”